23.2.07

Το περιβάλλον μέσα στο οποίο ξεκίνησε ο αγώνας (και εκτιμήσεις για το σήμερα)

Ο δρόμος των λαών

(Φειδίας Παϊρίδης) Εφημερίδα Αριστερά! Φ. 115 (22/2/2003)

Ο τίτλος θα μπορούσε να παραπέμπει στο σχολιασμό ενός συνθήματος που ακουγόταν πολύ τις προηγούμενες δεκαετίες και εξακολουθεί να ακούγεται σε συγκεντρώσεις και πορείες. Θα μπορούσε να παραπ’έμπει σε κάποιο ιστορικό άρθρο με αφορμή την επέτειο ίδρυσης της ΕΠΟΝ. Επιλέχτηκε με σκοπό να συγκροτηθούν κάποιες σκέψεις που συνδέουν μια εποχή διαφορετική, αλλά και όμοια, με το σήμερα. Να σκεφτούμε πως μπόρεσε ένας λαός να αντιμετωπίσει το φασισμό, τον πόλεμο και τη Νέα Τάξη και να βγει νικητής.

Από πού ξεπήδησε το κίνημα που άλλαξε την ιστορίας της σύγχρονης Ελλάδας; Η εθνική αντίσταση υπήρξε ένα μεγαλειώδες κίνημα που αγκάλιασε τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού, όλα σχεδόν τα κοινωνικά στρώματα, το σύνολο της επικράτειας. Επέτρεψε στο λαό να αναπτύξει πρωτοβουλίες και μορφές οργάνωσης, να κινητοποιήσει τα καλύτερα, τα πιο δυναμικά κομμάτια της κοινωνίας. Να γίνει πραγματικά δημιουργός της ιστορίας. Είναι αναγκαίο να δούμε πως αναπτύχθηκε ένα τέτοιο κίνημα. Πολύ περισσότερο που και σήμερα προβάλλεται και απασχολεί το ερώτημα αν μπορούμε να αντιδράσουμε στη Νέα Τάξη που επιβάλει ο Μπους και οι ιμπεριαλιστές γενικότερα.

Όσοι νομίζουν πως τα πράγματα εξελίσσονται ευθύγραμμα δεν πρέπει να ξεχνούν πως η Κατοχή διαδέχτηκε τη φασιστική διχτατορία του Μεταξά που είχε διαλύσει κάθε μορφή λαϊκής οργάνωσης. Και που έκανε συστηματική δουλειά εκμαυλισμού του λαού και ιδιαίτερα της νεολαίας για την προσέλκυση της στη φασιστική ιδεολογία. Το καθεστώς του τρόμου και της χαφιεδοκρατίας ήταν δεδομένο παρά τις αντιφασιστικές διαθέσεις του λαού που μπόρεσαν να εκφραστούν με την κήρυξη του πολέμου. Αλλά και μετά τον αντιφασιστικό αγώνα στο μέτωπο, η Κατοχή έφερε τον κόσμο σε μια κατάσταση εξαθλίωσης και όχι μόνο υλικής και σωματικής. Όσοι έχουν γράψει για τα πρώτα χρόνια της κατοχής (Γληνός, Μελετζής, Σαράφης κ.α.) αναφέρονται σε αυτή την κατάσταση πνευματικού, ηθικού και σωματικού ξεπεσμού στην οποία οδήγησε η πείνα αλλά και η απελπισία, η έλλειψη συλλογικότητας, αλληλεγγύης και μαχητικού πνεύματος.

Σε ανάλογη κατάσταση βρίσκονταν και οι οργανωμένες δυνάμεις που αντιπαρατίθονταν στο φασισμό, και ιδιαίτερα το ΚΚΕ, στο οποίο έπεφτε και το κύριο βάρος της οργάνωσης του αγώνα. Οι οργανώσεις διαλυμένες από τη μεταξική διχτατορία, η μεγάλη πλειοψηφία των αγωνιστών στις φυλακές και στις εξορίες και το πολιτικό τοπίο πιο μαύρο από οποιαδήποτε άλλη περίοδο. Δωσιλογισμός, αναβλητικότητα, άρνηση ανάληψης πρωτοβουλιών, έλλειψη εμπιστοσύνης στις δυνάμεις του λαού κυριαρχούσαν στον αστικό πολιτικό κόσμο. Αν προστεθεί και η αγγλική πολιτική που καταπολεμούσε κάθε προσπάθεια μαζικής αντίστασης, ακόμα και πληρώνοντας στελέχη που θα μπορούσαν να βοηθήσουν το λαό μόνο και μόνο για να τα αδρανοποιήσουν, έχουμε μια εικόνα καθόλου «ρόδινη».

Η οργάνωση του αγώνα
Πού στηρίχθηκε λοιπόν ο κόσμος για να αρχίσει να ξεδιπλώνει το κίνημα της εθνικής αντίστασης;
Καταρχήν υπήρχε το αντιφασιστικό λαϊκό αίσθημα που δεν είχε σβήσει. Υπήρχαν οι «αντικειμενικές» προϋποθέσεις να αναπτυχθεί ένα κίνημα (που όμως δεν ήταν πολύ διαφορετικές από τις «αντικειμενικές» προϋποθέσεις που οδηγούσαν στον ξεπεσμό και στη διάλυση των σωμάτων και των συνειδήσεων). Υπήρχε το διεθνές κίνημα, κομμουνιστές και λαοί σε όλη τη γη που πολεμούσαν τη χιτλερική Νέα Τάξη, και βεβαίως ο αγώνας της Σοβιετικής Ένωσης προς την οποία προσέβλεπαν όλοι για το σταμάτημα της ναζιστικής προέλασης. Πάνω απ’ όλα υπήρχαν οι κομμουνιστές που όλη την προηγούμενη περίοδο είχαν ανδρωθεί μέσα από τους αγώνες για την οργάνωση του λαού και την υπεράσπιση των συμφερόντων του. Μέσα από αυτούς τους αγώνες είχαν δεθεί με τον κόσμο με δεσμούς αίματος, είχαν γίνει πραγματικά «άνθρωποι από άλλη πάστα». Όχι μόνο μαχητικοί αλλά και ικανοί να οργανώνούν, να αναπτύσσουν αγώνες, να προσανατολίζονται πολιτικά, να συσπειρώνουν και να κινητοποιούν.
Πάνω σ’ αυτές τις δυνάμεις στηρίχτηκε η προσπάθεια να σηκωθεί ο λαός, να ορθώσει το ανάστημά του απέναντι στο φασισμό και στους ντόπιους συνεργάτες του. Μια προσπάθεια με την οποία δεν μπορεί να «ξεμπερδεύει» κανείς εύκολα, ούτε με απλουστεύσεις, γιατί έχει να διδάξει πολλά και κυρίως το τι σημαίνει να υπάρχει μια γενική γραμμή και πώς μπορεί αυτή να μετατρέπεται σε πολιτική γραμμή και στόχους και να αγκαλιάζει πραγματικά τον κόσμο.
Υπήρχε η γενική κατεύθυνση του αντιφασιστικού αγώνα αλλά και η πολιτική γραμμή του λαϊκού πολέμου που είχε «ρίξει» ο Ζαχαριάδης με το γνωστό γράμμα του. Η εφαρμογή αυτής της γραμμής όμως έγινε παίρνοντας υπόψη τις συνθήκες και τα προβλήματα της εποχής. Πρώτο μέλημα των αγωνιστών ήταν να καταπολεμήσουν τη μοιρολατρία. Να την ξεσκεπάσουν ως λογική και στάση που ευνοούσε τους καταχτητές και δεν επέτρεπε την ανάπτυξη του κινήματος. Προσπάθησαν να πείσουν το λαό πως ο αγώνας είναι αναγκαίος και μπορεί να δώσε αποτέλεσμα για την επιβίωση, τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Έδειξαν όλες τις μορφές που μπορούσε να πάρει ο αγώνας (από το «μη μιλάτε στους καταχτητές» μέχρι τα συνθήματα, την περιφρόνηση στους συνεργάτες των Γερμανών και τον ένοπλο αγώνα) και τη σημασία κάθε πράξης αντίστασης, μικρής ή μεγάλης. Μπήκαν μπροστά και οργάνωσαν όλες αυτές τις μορφές αντίστασης (ένα από τα πρώτα συνθήματα ήταν «Να μη μείνει ούτε ένας Έλληνας ανοργάνωτος, μόνος του, όλοι να οργανωθούν σε σωματεία, επαγγελματικούς συλλόγους, γειτονιές κλπ και φυσικά στο ΕΑΜ και να διεκδικήσουν το δικαίωμα στη ζωή). Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως η πρώτη μεγάλη μάχη που δόθηκε με τους καταχτητές και τους συνεργάτες τους ήταν «η μάχη της πείνας», η προσπάθεια να σωθεί ο λαός από το θάνατο και τον σωματικό και ηθικό ξεπεσμό με συσσίτια κλπ. Και αυτή η μάχη, που δεν ήταν διόλου εύκολη, και χωρίς κόστος, συσπείρωσε τον κόσμο γύρω από το ΕΑΜ, του έδωσε ελπίδα, κατάφερε να αντιστρέψει το κλίμα.

Τα όπλα του λαού
Σ’ αυτόν τον αγώνα ο λαός είχε τρία μεγάλα όπλα, χωρίς τα οποία δεν θα μπορούσε να αγωνιστεί και πολύ περισσότερο να νικήσει. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, το Ενιαίο Μέτωπο και το Λαϊκό Στρατό.
Δεν θα μπορούσε να υπάρξει όλο αυτό το κίνημα χωρίς την ύπαρξη και την ακούραστη δράση των κομμουνιστών που «έριξαν» το σύνθημα του αγώνα, πήραν όλες τις πρωτοβουλίες συγκρότησης του Ενιαίου Μετώπου, βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή κάθε μικρού και μεγάλου αγώνα. Με δυό λόγια έδειξαν εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του λαού και έβαλαν ακόμα και τη ζωή τους στην υπηρεσία του, βρέθηκαν δίπλα και μαζί του, τον οργάνωσαν και τον κινητοποίησαν. Δεν θα ήταν δυνατόν να αγκαλιάσει το σύνολο σχεδόν του ελληνικού λαού χωρίς την πολιτική του Ενιαίου Μετώπου. Την προσπάθεια δηλαδή να συσπειρωθούν όλες οι πολιτικές και κυρίως οι κοινωνικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να συσπειρωθούν ενάντια στους καταχτητές. Ο όρος «συναγωνιστής», που εγκαινιάστηκε εκείνη την περίοδο αποτέλεσε τιμητικό τίτλο για «απλούς ανθρώπους», κομμουνιστές, στρατιωτικού μέχρι και κληρικούς, δείχνει με καθαρό τρόπο την προσπάθεια να ενωθεί όλος ο λαός. Δείχνει όμως και το περιεχόμενο της ενότητας που ήταν ο κοινός αγώνας για την απελευθέρωση του λαού και όχι ο αγώνας πολιτικής κυριαρχίας στα πλαίσια του μετώπου. Σ’ αυτό και συνολικά στην ελληνική κοινωνία κυριάρχησε πολιτικά αυτός που έδωσε τις μεγαλύτερες δυνάμεις, που αποτέλεσε την ψυχή και την κινητήρια δύναμη του κοινού αγώνα, το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Και τέλος χωρίς τον ΕΛΑΣ, αλλά και τα ένοπλα τμήματα μέσα στις πόλεις, το κίνημα θα βρισκόταν αδύναμο. Δεν θα μπορούσε να δώσει στο φασισμό τα χτυπήματα που έδωσε, να απελευθερώσει τη χώρα από τους καταχτητές, να υπερασπίσει τις καταχτήσεις του. (Είναι άλλης τάξης ζήτημα το τι λάθη έγιναν και δεν μπόρεσε αυτό το κίνημα να πάρει την εξουσία και να ολοκληρώσει την απελευθέρωση του λαού και της χώρας).

Η ιστορία διδάσκει
Όλα τα παραπάνω έχουν τίποτα να μας διδάξουν σήμερα; Πάρα πολλά.
Πρώτον, πως δεν επιτρέπεται να μας παρασύρει η μοιρολατρία και η επίδειξη δύναμης της καινούργιας Νέας Τάξης και των ισχυρών της γης. Ούτε παντοδύναμοι είναι, όπως θέλουν να παρουσιάζονται, ούτε ανίκητοι. Άρα αγώνας ενάντια στη μοιρολατρία και στην ηττοπάθεια και σε όσους την προβάλουν (σοσιαλδημοκρατία, ρεφορμισμός, δυστυχισμένη συνείδηση) προσπαθώντας να την επιβάλουν. Να δειχτεί ότι αυτές οι λογικές και οι πολιτικές υπάρχουν για να καλύψουν την απόφασή τους να μην αναλάβουν τις ευθύνες και τα βάρη του αγώνα ανατροπής της σημερινής κατάστασης. Να προβληθεί η γραμμή της αντίστασης, το δίκαιο κι αναγκαίο της εξέγερσης ενάντια σε ό,τι καταδικάζει τους λαούς σε φτώχεια, εξαθλίωση, υποβάθμιση της ζωής τους σε όλα τα επίπεδα.
Δεύτερον, χρειάζεται συστηματική προσπάθεια να πειστεί ο κόσμος πως μπορεί να αγωνιστεί και ο αγώνας του να έχει αποτελέσματα. Να γίνει συνείδηση, πρώτα στις οργανωμένες δυνάμεις και μετά σε όλον τον κόσμο, πως χωρίς οργάνωση δεν μπορούμε να αντισταθούμε στη νεοταξική βαρβαρότητα και πολύ περισσότερο να αρχίσουμε να κερδίζουμε μικρές και μεγάλες μάχες. Στην προσπάθεια αυτή πρέπει να βρεθούν στην πρώτη γραμμή, να δραστηριοποιηθούν ενεργά και να παίξουν πρωτοπόρο ρόλο όλοι όσοι αντιλαμβάνονται το καθήκον να αρχίσει να ανατρέπεται ο σημερινός συσχετισμός δύναμης. Δεν μπορεί να καταπολεμηθεί η μοιρολατρία και η ηττοπάθεια αν δεν την καταπολεμήσουμε πρώτα μέσα στις γραμμές του κινήματος. Αν δεν δείξουμε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του λαού και δεν πάμε προς αυτόν για να προσπαθήσουμε να τον οργανώσουμε και να κινηθούμε μαζί του. Μέσα από αυτή τη συνεχή προσπάθεια θα αναδειχτούν και οι δυνάμεις που θα μπορούν πραγματικά να αναλάβουν «τις ευθύνες των καιρών», αλλά και οι ικανότητες που είναι αναγκαίες για κάτι τέτοιο.
Τρίτον, είναι αναγκαίο να ξεκαθαρίσουμε ποιοι είναι πραγματικά αυτοί που θίγονται από την νεοταξική πολιτική και άρα ποιοι είναι αυτοί που πρέπει να ενωθούν σε κοινωνικό επίπεδο. Αν πράγματι υπάρχει η εκτίμηση, που πολλοί λένε στα λόγια, πως είναι συντριπτική πλειοψηφία του λαού, τότε χρειάζονται πραγματικά πρωτοβουλίες, πολιτικές, συνθήματα και μορφές οργάνωσης και αγώνα που να ενώνουν και όχι να διασπούν τις υπαρκτές δυνάμεις. Το ποιος θα κυριαρχήσει πολιτικά σε ένα πλατύ, μαζικό, αντινεοταξικό, αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα θα κριθεί από το πόσο θα συμβάλει ο καθένας στον προσανατολισμό και στην ανάπτυξή του και όχι από το πόσο θα καταγγείλει όλους τους άλλους. Εκτός αν δεν υπάρχει εκτίμηση πως μπορεί να υπάρξει τέτοιο κίνημα ...
Τέλος, γι’ αυτό το μικρό σημείωμα, είναι αναγκαία η ύπαρξη και ανάπτυξη της κομμουνιστικής οργάνωσης αλλά και της κομμουνιστικής αριστεράς σαν εκείνης της οργανωμένης δύναμης που θα παλεύει συνειδητά να ανταποκρίνεται σ’ αυτά τα καθήκοντα σταθερά και αταλάντευτα. Σαν εκείνης της δύναμης που θα πρωτοστατήσει στην ανάδειξη της προοπτικής ενός άλλου κόσμου και μιας άλλης κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση. Μια προοπτικής που ενώ τότε ήταν ξεκάθαρη σήμερα είναι αναγκαίο να ξανατεθεί σαν «εφικτή αναγκαιότητα», σαν όραμα, προβληματισμός, ρεαλιστική ουτοπία. Σαν εκείνης της δύναμης που θα αποδεικνύει με τη γραμμή και τη δράση της την ιδεολογική υπεροχή του επαναστατικού μαρξισμού στις σημερινές συνθήκες. Και εδώ δεν μετράει τι δηλώνει κανείς, αλλά τι προσπαθεί σήμερα να κάνει

Δεν υπάρχουν σχόλια: