Εφημερίδα «Αριστερά!» φ. 127-128 (6/9/2003)
Χριστίνα Μπάρτσα
Η Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας τιμά το Δεύτερο Αντάρτικο
Ο αγώνας του ΔΣΕ εμπνέει και διδάσκει
για τους τωρινούς και μελλοντικούς αγώνες
για τους τωρινούς και μελλοντικούς αγώνες
Στις αρχές του Σεπτέμβρη του 1949 οι τελευταίοι μαχητές του ΔΣΕ εγκαταλείπουν το Γράμμο και παίρνουν το δρόμο της προσφυγιάς. 54 χρόνια μετά, η ιστορία του εμφύλιου παραμένει από τις πλέον διαστρεβλωμένες και αποσιωπημένες περίοδες της ιστορίας του λαϊκού κινήματος της χώρας μας. Η εθνικοφροσύνη γιορτάζει την επέτειο της νίκης της επί των «κουμμονιστοσυμμοριτών» με την καθιερωμένη ετήσια σύναξη κάθε είδους φασιστοειδών στο Γράμμο και το Βίτσι. Για την επίσημη Αριστερά ο εμφύλιος είναι μια «ενοχλητική» ιστορία στην προσπάθειά της να αναδειχτεί σε «εθνική» και «πατριωτική» πολιτική συνιστώσα και για πέντε δεκαετίες υπογράφει «δηλώσεις μετανοίας» είτε σιωπώντας, είτε ρίχνοντας το «ανάθεμα», είτε κρατώντας μια απολογητική στάση. Όσο για το μέσο πολίτη, επικρατεί η άποψη ότι γενικά ο εμφύλιος σαν «αδελφοκτόνος» πόλεμος είναι κακό πράγμα και πρέπει επιτέλους να ξεχαστούν τα «μίση και τα πάθη» του εμφυλίου.
Ο εμφύλιος ήταν η τρίτη –στη δεκαετία του ’40- ένοπλη επανάσταση του ελληνικού λαού για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική απελευθέρωση και σαν τέτοια πρέπει να έχει την ιστορική θέση που της πρέπει. Όσοι τοποθετούνται από την πλευρά του λαού και παλεύουν για τα λαϊκά συμφέροντα οφείλουν να τιμούν την τρίχρονη εποποιία του ΔΣΕ, να εμπνέονται, να διδάσκονται και να αντλούν εμπειρία για τους τωρινούς και τους μελλοντικούς αγώνες. Για τους λόγους αυτούς η Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας τιμά το δεύτερο αντάρτικο. Η κριτική αποτίμηση της περιόδου ’40-’49, τα συμπεράσματα για τα λάθη και τις αιτίες που οδήγησαν στην ήττα είναι υπόθεση του λαϊκού κινήματος και μόνο.
Ένας εμφύλιος δεν είναι εξ ορισμού «κακό πράγμα» γιατί σκοτώνονται «αδέρφια μεταξύ τους». Η «αδελφοσύνη» δεν έχει να κάνει με την κοινή καταγωγή αλλά με την κοινότητα των στόχων και των συμφερόντων. Σ’ έναν εμφύλιο αυτοί που πολεμούν για την απελευθέρωση του λαού και την ανεξαρτησία της χώρας δεν μπορεί να θεωρηθούν αδέρφια μ’ αυτούς που πολεμούν για να διαιωνίζεται η καταπίεση του λαού και η εξάρτηση της χώρας.
Ο εμφύλιος δεν ήταν ένα «λάθος». Ήταν η μόνη δυνατότητα απάντησης ενός λαού που είδε τους πόθους του και τα οράματά του να χάνονται, τα καλύτερα παιδιά του να βασανίζονται, να δολοφονούνται και να στήνονται στα στρατοδικεία και στα εκτελεστικά αποσπάσματα, και τον τόπο του να ζει μια νέα κατοχή που κυριαρχούσε η βία και ο τρόμος.
Ο ελληνικός λαός που στη συντριπτική του πλειοψηφία συσπειρώθηκε στις γραμμές του ΕΑΜ στην περίοδο της κατοχής, έκφρασε μέσα από αμέτρητες θυσίες τη θέλησή του να απελευθερώσει τη χώρα και να διαφεντεύει ο ίδιος τον τόπο του χτίζοντας μια κοινωνία χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση. Και το ΕΑΜ είχε εκείνη τη δύναμη που θα μπορούσε να επιβάλλει τη λαϊκή κυριαρχία. Η ηγεσία του κινήματος όμως δεν πίστεψε σ’ αυτή τη δυνατότητα, δεν έδειξε εμπιστοσύνη στη δύναμη του κινήματος, ταλαντευόταν ανάμεσα στην ανοιχτή σύγκρουση και την επίτευξη συμφωνιών με τους Εγγλέζους, κι έτσι προχώρησε σε μια σειρά λαθεμένους χειρισμούς και συμφωνίες που οδήγησαν τους υποτελείς των Εγγλέζων στην εξουσία, να προσπαθούν να συντρίψουν με κάθε τρόπο το άοπλο – μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας – εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.
Μετά τη Βάρκιζα, χιλιάδες είναι οι φυλακισμένοι, οι εξόριστοι, οι εκτελεσμένοι. Παρακρατικές συμμορίες αλωνίζουν στην ύπαιθρο δολοφονώντας, βιάζοντας, καταστρέφοντας, ενώ στις πόλεις καθημερινά είναι τα λιντσαρίσματα αγωνιστών από ομάδες «αγανακτισμένων πολιτών». Οι καταδιωκόμενοι ξεπερνούν τις 100.000 και για να γλιτώσουν πολλοί παίρνουν τα βουνά σχηματίζοντας ένοπλες ομάδες αυτοάμυνας.
Παρά τη θέληση του λαού να ξαναπάρει τα όπλα και να ολοκληρώσει το έργο που είχε ξεκινήσει το ’41-’44, η ηγεσία του κινήματος εξακολουθούσε να ταλαντεύεται ανάμεσα στην αποφασιστική σύγκρουση και τις προσπάθειες για συμβιβαστική λύση. Παρόλο που το Φλεβάρη του ’46 η ΚΕ του ΚΚΕ αποφάσισε την «οργάνωση της νέας ένοπλης πάλης ενάντια στο μοναρχοφασιστικό μηχανισμό», ακολουθώντας μια «βαθμιαία» και «σύμφωνα με τις περιστάσεις» ανάπτυξη του αντάρτικου θεωρώντας την ένοπλη σύγκρουση σαν ένα μέσο πίεσης ώστε να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός με τους Άγγλους και τη ντόπια αντίδραση. Η «βαθμιαία» κι όχι αποφασιστική εξαπόλυση του ένοπλου αγώνα άφησε τα περιθώρια στον αντίπαλο να προετοιμαστεί, να στήσει τα έκτακτα στρατοδικεία, να προχωρήσει σε μαζικές συλλήψεις και εκτελέσεις αγωνιστών, να στήσει το κολαστήριο της Μακρονήσου, να εκκενώσει την ύπαιθρο αποκόβοντας το ΔΣΕ από το ζωτικό του χώρο. Έτσι, χιλιάδες αγωνιστές, που αποτελούσαν πολύτιμες εφεδρείες του αντάρτικου, αντί να βγουν στο βουνό παραδόθηκαν στα χέρια του αντιπάλου.
Ο ρόλος του ΔΣΕ προσδιορίζεται σαν μέσο πίεσης μέχρι το Σεπτέμβρη του ’47, όπου η ΚΕ του ΚΚΕ αποφάσισε πως «ο ένοπλος αγώνας του ΔΣΕ αποτελεί επιβεβλημένη απάντηση στους ξένους καταχτητές και τους ντόπιους υποταχτικούς τους». Όμως αυτή η αποφασιστική στροφή έγινε όταν ήδη είχαν κριθεί πολλά πράγματα για την έκβαση του αγώνα. Τα πιο έμπειρα και μαχητικά στελέχη του κινήματος είχαν συλληφθεί, γύρω στις 100.000 αγωνιστές βρίσκονταν στις φυλακές και τις εξορίες, τα περάσματα και οι δρόμοι ανεφοδιασμού και επικοινωνίας έκλειναν, τα χωριά άδειαζαν. Παράλληλα, αμερικάνοι ειδικοί – που μετά την αναγγελία του δόγματος Τρούμαν είχαν εκτοπίσει τους Άγγλους ιμπεριαλιστές – παρείχαν κάθε είδους βοήθεια στον κυβερνητικό στρατό, από την εκπαίδευση των αντρών του μέχρι τον εφοδιασμό του με τα πιο σύγχρονα όπλα, και πειραματίζονταν και δοκίμαζαν διάφορες τακτικές αντιμετώπισης ανταρτοπολέμου (με βόμβες ναπάλμ) που εφαρμόστηκαν αργότερα για την αντιμετώπιση άλλων εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων.
Οι ταλαντεύσεις της καθοδήγησης του ΚΚΕ δεν είναι άσχετες με τη στάση του ΚΚΣΕ και των άλλων ΚΚ. Από τον Ζαχαριάδη και άλλα στελέχη αναφέρεται ότι διάφορες υποδείξεις ή συμβουλές σε συζητήσεις με παράγοντες του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος επηρέασαν τις αποφάσεις του ΚΚΕ για την πορεία του δεύτερου αντάρτικου. Είναι γεγονός πως απ’ την πλευρά των διάφορων αδελφών κομμάτων δεν επιδείχτηκε μια ουσιαστική διεθνιστική αλληλεγγύη και στήριξη στον αγώνα του ΔΣΕ,. Είναι χαρακτηριστικό το ότι η Προσωρινή Κυβέρνηση δεν αναγνωρίστηκε από κανένα από τα τότε σοσιαλιστικά κράτη. Όμως, οι «υποδείξεις» και οι «συμβουλές» δεν συνιστούν εντολές ή γραμμή, και αν η ηγεσία του ΚΚΕ είχε προχωρήσει έγκαιρα σε αποφασιστική σύγκρουση δίνοντας όλες τις δυνάμεις γι’ αυτό, η έκβαση του εμφυλίου θα μπορούσε να ήταν διαφορετική.
Ο τρίχρονος επαναστατικός αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού ήταν ένας άνισος αγώνας. Οι μαχητές του ΔΣΕ αριθμητικά πολύ λιγότεροι απ’ τις δυνάμεις του αντιπάλου, χωρίς πυρομαχικά και τεχνικά μέσα, χωρίς εφεδρείες, δείχνοντας μεγάλη παλικαριά και αυτοθυσία, έγραψαν τις ηρωικότερες σελίδες στην ιστορία των αγώνων του λαού για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική απελευθέρωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου